
- Α -
Αγγελοκρούζω = Φοβίζω
Ακατόπι = Αργότερα, Μεταγενέστερα
Άκλερος = Κακομοίρης
Ακλουθάω = Ακολουθώ
Αλάκερος = Ολόκληρος
Αλικουρνίζομαι = Ανακατεύομαι
Αλιμάνκου = Τουλάχιστον
Αμολέρνω (=Απολέρνω)= Ελευθερώνω, Χαλαρώνω
Αμπωσιά = Σπρωξιά
Αναρίτσιο = Ανατριχίλα
Απίκουπα = Ανάποδα
Αποκορομένος = Αποκοιμισμένος
Άστα = Σηκώσου
Ατζαρδόζος = Θρασύς, Επιτήδειος
- Β -
Βαντάκα = Δέμα τυλιγμένο σε ύφασμα
Βαριόμαι= Πλήττω
Βατσέλα = Λεκάνη
Βεργέτα = Σκουλαρίκι
Βέστα = Γυναικείο φόρεμα
Βήσαλο = Θράυσμα από κεραμίδι
Βίτσα = Βέργα
Βιάτζο = Διαδρομή
Βουρλίζομαι = Τρελαίνομαι
Βουρδούλισμα = Ανάρμοστη πράξη
Βουτούμι = Έλος
- Γ -
Γαλούφος = Κόλακας
Γδόνω = Επιμηκύνω
Γιακέτα = Ανδρικό σακάκι
Γκαρίζω = Ογκανίζω , Μεταφ, σε άτομα κραυγάζω
Γλέπω = Βλέπω
Γκόγκλα = Στροφή
Γκρούζω = Γουργουρίζω
Γοδαμέντο = Διασκέδαση
Γοδέμπελος = Πρόσχαρος
Γράβαλος = Τσουγκράνα
Γρατζαούλια = Ακανόνιστη γραφή
- Δ -
Διπλάρα = Η θήλυ που γεννά δίδυμα
Δουράω = διατηρούμαι
Δείλια = Εξάντληση από κούραση, πείνα
Δεστεμέλι = Ζώνη
Δεσπέτο = Πείσμα
Διάφορο = Κέρδος
Διάσκατζος = Διάβολος
Δροσιά = Στάχτη ξύλων
- Ε -
Έγκαψη = Διακαής πόθος, επιθυμία
Έγνοια = Μέριμνα
Επιδεξέβομαι = Έχω την απαιτούμενη ικανότητα
Eυκέλιο = Ευχέλεον
Εφταπαντιέρης = Ασταθής (Ιδιαίτερα στα πολιτικά φρονήματα)
Έχας = Για ιδιοκτησία, για διαρκεια
- Ζ -
Ζάμπα = Φρύνος
Ζόρκος = Γυμνός, μεταφ.= Φτωχός
Ζοφός = Ατροφικός, Καχεκτικός
Ζυάζω = Ζυγίζω
Ζυμαρώνω = Δωροδοκώ
- Η -
Ηλιοκαμπίδα = Ηλιοφώτιστο μέρος
Ημεροζωή = Ήσυχη ζωή
- Θ -
Θαμπομάρα = Αμβλυωπία (θάμβος)
Θανατίτας = Θανατηφόρα ασθένεια (κυρίως για ζώα)
Θιάμα = Θαύμα
Θιαμάσμα = Θαυμασμός
Θίναλο = Αμμουδιά, παραθαλάσσιος χώρος
Θολίθρι = Θολός, Ορίζοντας με υγρασία
Θράψη = Καταστροφή
Θράκουνο = Αναμμένο κάρβουνο
Θρονιάζομαι = Καλοκάθομαι
Θυμητικό = Μνήμη
- Ι -
Ινιοραντιά = Συμπεριφορά επιδεικτηκού
Ινμπάντο = Εγκατάληψη
Ινπούμπλικο = Φανερά, Απροκάλυπτα
Ινπούντο = Ακριβώς
Ιντερέσο = Κέρδος, Ενδιαφέρον
Ινκάντο = Δημοπρασία
Ιντιέρος = Ολόκληρος, Ακέραιος
Ιπιπί = Επιφώνημα αηδίας
Ισκιόνομαι = Προσβάλομαι από τον «ίσκιο» (κακό πνεύμα)
Ισκνός = Λεπτός, Άπαχος
- Κ -
Καδίνα = Αλυσίδα ( και Χρυσό κόσμημα)
Κάδρο = Τετράγωνο πλέσιο φωτογραφίας
Καένας = Κανένας
Κάζο = Συμβάν
Κάθαρος = Εργασία αποψύλωσης εδάφους
Κάκα = Περιπτώματα
Καλού - Κακού = Για κάθε ενδεχόμενο
Καμπούλα = Ομίχλη
Καναλέτο = Αποχετευτικός αγωγός
Κανιζέλα = Φωταγωγός
Καποντεφιόρι = Κουνουπίδι
Κάρλακας = Βάτραχος
Καψίωνω = Ζεστένομαι υπερβολικά
Κογιονάρω = Εμπαίζω κάποιον
Κοντάρω = Διηγούμαι
Κοντροστάρω = Αμφισβητώ, Εναντιώνομαι
Κουμάντο = Διοίκηση, Πρωτοβουλία
Κουμέσος = Εντολοδόχος
- Λ -
Λαμπάντε = Διαυγής, Αθώος
Λαμπόρδα = Επιδεικτική γυναίκα
Λατόνι = Δοχείο νερού ή κρασιού
Λέχασμα = Λαχάνιασμα
Λιγγιό = Λόξυγκας
Λίμπα = Τα έσπασε
Λινιά = Χοντρός σπάγγος
Λίσα = Στενομακρο και χαμηλό τετράτροχο κάρο
Λογοδίνω = Υπόσχομαι γάμο
Λουμάκι = Νεαρός βλάστος δέντρου
- Μ -
Μαϊκό = Μαγικό
Μαϊνάδος = Κατευνασμένος
Μακαροντσίνι = Κοφτό μακαρονάκι
Μαρκάς = Αγορά
Μαρτίνα = Θυληκό πρόβατο
Μεντάρω = Επιδιορθώνω
Μίνα = Υπόγεια σύραγγα
Μόμολα = Πίθηκος
Μορόζος = Εραστής (συνήθως παράνομου δεσμού)
Μόστακας = Ακρίδα
Μοστρα = Προθήκη καταστήματος
Μπαρλάκος = Ανήσυχος, άτακτος
Μπαρτζολέτα = Αστείο, Φάρσα, Αστεϊσμός
Μπομπαπιάτσας = Πομπώδης, Καυχησιάρης, Επιδεικτικός
- Ν -
Νιάκα = Ούτε
Νιοράντες = Φιγουρατζής, επιδεικτικός
Νόννα = Γιαγιά
Νταλαβέρι = Συναλλαγή
Ντεφετάδος = Ασθενικός, ελλατωματικός
Ντρυμώνω = Κρύβω
Νόντολος = Νεωκόρος
Ντυμασιά = Ενδυμασία
- Ξ -
Ξαφόρμιση = Δικαιολογία
Ξεβδέλωμα = Ξεχαρβλαλωμα
Ξεματώνω = Αιμάτωνω
Ξεποχτίζω = Χάνω ότι είχα αποκτήσει
Ξεροσφύρι = Κρασί χωρίς μεζέ
Ξυλοπάντουρο = Ξύλινος μεσότοιχος
- Ο -
Ογρός = Μουσκεμένος
Ούλτιμο = Έσχατο σημείο, τελευταία στιγμή
Ουμπία = Πρόληψη
Όχτρητα = Έχθρα
Οχτωβρίνι = Χρυσάνθεμο
- Π -
Παπανός = Πράος, Ταπεινός, Σιγομίλητος
Παράφορμος = Ιδιότροπος, Γκρινιάρης
Πασέγκιο = Περίπατος, Άσκοπο περπάτημα
Παστρόκιο = Δόλιο ανακάτεμα, κόλπο
Πάτι = Εγγύηση
Πατσάδι = Κατάξερο
Πατσίμιο = Πειραχτήρι, Άταχτο αγόρι
Πείλιο = Περισσότερο
Πεντάμι = Ολάνοιχτα
Περσέμολο = Μαϊντανός
Πιαζέβελος = Εύχρηστος
Πιδόκα = Ψείρα
Πίρολα = Χάπι κυρίως δηλητηριώδες
Πλαντρώνα = Γυναίκα μεγαλόσωμη και Ενεργητική, μεταφ,= Οκνηρή
Πόλβερη = Πούδρα, Μπαρούτι
Πολπέτα = Κεφτές
Ποστίτσιος = Ψέυτικος, Προσωρινός
Πρεμούρα = Βιασύνη, Εξαναγκασμός
Πρεσαπόκο = Περίπου
- Ρ -
Ράμα = Κλωστή
Ρεμεσιέρης = Επιπλοποιός
Ριγανέλο = Λεπτό σχοινί
Ρουβινάτσα = Μπάζα
Ρούγα = Αυλή
Ρούμπος = Μεγάλη μπουκιά
Ρούτσι = Ιδιοτροπία, Ισχυρογνωμοσύνη.
- Σ -
Σγόρνα = Υδροροή
Σείντα = Όταν, Σαν
Σέστο = Νοικοκύρεμα
Σιμπουίρω = Διαλύω, Αποσυνθέτω
Σκάνιο = Καρέκλα
Σκάρσο = Ελλιποβαρές
Σκατζιά = Ράφι
Σκιαζούρι = Σκιάχτρο
Σκουράτζος = Ρέγγα αλίπαστη
Σμπαρλάδος = Ανισόρροπος
Σοσπέτο = Υπόνοια
Σπαβέντο = Φόβος
Σπιτσερικά = Μπαχαρικά
Σταγκωτής = Κασσιτερωτής, Γανωτής
Στεναριτσιό = Πείσμα, Ισχυρογνωμοσύνη, Δυστροπία
Στιβάλι = Μπότα
Συνέριο = Ρίγος
Σφάλι = Πώμα
Σφατσέλο = Ατύχημα, Καταστροφή
- Τ -
Ταβουλομέσαλο / Τοβάλια = Τραπεζομάντιλο
Ταμίζο = Κόσκινο οικοδομών
Τάταλο = Χουρμάς
Τετερίζω = Θροώ
Τζίτζιρας = Τζίτζικας
Τουβαέλι = Πετσέτα φαγητού
Τούρη = Πύργος, Στενό και ψηλό σπίτι
Τραγκέτο = Διάπλους
Τράφιγο = Εμπόριο
Τριτσάνα = Τριήμερος πυρετός
Τσαντσαμίνι = Γιασεμί
Τσαπόνι = Κασμάς
Τσαφαλιά = Ζημιά
Τσέτο = Δώρο
Τσιμπίμπο = Αποξηραμένη άσπρη σταφίδα
- Υ -
Ύστερο = Τελευταίο
- Φ -
Φελάω = Αξίζω, έχω προσόντα
Φερτσάδα = Μάλλινη κουβέρτα
Φλέστρης = Άχυρο
Φόσα = Τάφρος
Φουμάδα = Έξαψη
- Χ -
Χάπατο = Ανόητος
Χεζούρης = Δειλός
Χερκό = Έναρξη εργασίας
Χλόμπαρης = Ζαβολιάρης
Χόλεμα = Θυμός
- Ψ -
Ψένω = Ψήνω
Ψυχρώνομαι = Συναχώνομαι
- Ω -
Ωγνίστρα = Τζάκι
- ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ -
Έβγαλε το μούτρο του από το στράϊστρο = Πήρε θάρρος
Είναι στιά και λαμπατίνα = Πολύ κακός και επικίνδυνος
Έχει τα αγγελικά του = Είναι θυμωμένος στρυφνός
Την εκουτούπιασε = Την αποπλάνησε
Τρώγεται με τα σκουτιά του = Είναι ιδιότροπος
Κάμε κόντο = Υπολόγισε